Συνέντευξη με τον Ερνέστο Βουτσίνο

Συνέντευξη στον Ερνέστο Βουτσίνο

Από τον Βασίλη Χάγιο

Συναντήσαμε τον ταλαντούχο ηθοποιό Ερνέστο Βουτσίνο και μας μίλησε για την συμμετοχή του στη παράσταση «Οι Σιδεράδες», τη συνεργασία του με τον σκηνοθέτη Αυγουστίνο Ρεμούνδο, αλλά και για τα προσεχή σχέδια του.

Σας βρίσκουμε στο θέατρο «Αγγέλων Βήμα», όπου παίζετε στη παράσταση «Οι Σιδεράδες» του Μίλος Νίκολιτς. Μιλήστε μας για τον ρόλο σας και για την συνεργασία σας με τον σκηνοθέτη Αυγουστίνο Ρεμούνδο.

Ο ρόλος μου είναι ο ρόλος του Πέτερ, ενός Γερμανού πρώην στρατιώτη με μάλλον φιλοναζιστικές πεποιθήσεις ο οποίος, είναι πλέον ένας συντηρητικός Πατριάρχης και ιδιοκτήτης ενός παρακμάζοντος Σιδεράδικου στη γερμανική επαρχία. Ο Πέτερ μετά από την βραδινή επίσκεψη ενός μυστηριώδους Σέρβου καλείται να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ο ενήλικος γιός του δεν είναι φυσικό του παιδί, συγκρατώντας ταυτόχρονα τα βίαια ένστικτά του απέναντι στον ενοχλητικό αγγελιοφόρο της τρομερής είδησης. Με λίγα λόγια καλείται να εγκλιματιστεί προτού εγκληματήσει.

Με το σκηνοθέτη Αυγουστίνο Ρεμούνδο, είχαμε μια πολύ αρμονική και γόνιμη συνεργασία. Είναι ένας σκηνοθέτης με προσωπικό και επαγγελματικό ήθος και γνώση των μηχανισμών του ηθοποιού (ως ηθοποιός κι ο ίδιος), οπότε η δουλειά τόσο η δική μου όσο και των άλλων συναδέλφων μπήκε γρήγορα στις σωστές ράγες καθ ότι συμφωνούσαμε εξαρχής στο πλαίσιο και τις πτυχές των ρόλων.

 

Τι ακριβώς πραγματεύεται το έργο και τι μηνύματα θέλει να περάσει; Ποιο είναι το δίδαγμα αυτής της παράστασης;

«Οι Σιδεράδες» του Μίλος Νίκολιτς είναι μια κωμική σπουδή πάνω στο σημαδεμένο από τον παραλογισμό ανθρώπινο σύμπαν, που μοιραία αφήνει πίσω του ένας πόλεμος. Συγκεκριμένα ο Β’ Παγκόσμιος, που παραμένει ειδικά για την Ευρώπη ο μέχρι στιγμής πιο ισχυρός και συθέμελος κλονισμός της. Μιλάμε για μια αντιπολεμική, αντικαπιταλιστική και αντιρατσιστική κωμωδία που φιλτράρει όλα τα δεινά και τα παράλογα που στοιχειώνουν τη μεταπολεμική Ευρώπη, αφενός κάνοντας τον θεατή να γελάσει με αυτά και αφετέρου δίνοντάς του αρκετή τροφή για σκέψη, όταν θα έχει εγκαταλείψει την αίθουσα.

 

Υπάρχουν τρεις σιδεράδες και μια γυναίκα, οι οποίοι αναζητούν τους γιους τους. Τι θα διαδραματιστεί ανάμεσα τους;

Μεταξύ των τριών σιδεράδων και της συζύγου του Πέτερ θα διαδραματιστεί ένα παιχνίδι διαδοχικών συνειδητοποιήσεων και αποκαλύψεων (που συνειδητοποιώ ότι δεν πρέπει να σας αποκαλύψω), οι οποίες θα οδηγήσουν τους χαρακτήρες στην προσωπική τους λύτρωση καθότι ως γνωστόν και φαίνεται καθαρά και στην παράσταση, ο Έρωτας λυγάει τα σίδερα!!!

 

«Οι Σιδεράδες»  είναι ένα εγκώμιο στην ανθρώπινη ύπαρξη, μια απόδειξη πως η αγάπη όλα τα νικά. Εσείς πιστεύετε ότι η αγάπη μπορεί να τα νικήσει όλα;

Σαφώς και πιστεύω ότι η αγάπη νικάει τα πάντα, απλά σε αυτόν τον κόσμο παίζει μόνιμα εκτός έδρας. Οπότε η προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί για να την κάνουμε να επικρατήσει είναι πολύ συχνά εξαντλητική, μην πω υπεράνθρωπη. Αλλά έτσι κι αλλιώς, αν προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων, ίσως συνειδητοποιήσουμε ότι για αυτό τον αγώνα έχουμε φτιαχτεί.

 

Επίσης κάνετε και παιδικό θέατρο, μιλήστε μας για αυτό. Τι σας γοητεύει στο παιδικό θέατρο;

Στο Παιδικό Θέατρο δε με γοητεύει τίποτα. Το Θέατρο με γοητεύει. Δεν τα διαχωρίζω και δεν είναι σχήμα λόγου. Θεωρώ πως οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά όχι με στρογγυλεμένο και γλυκανάλατο τρόπο, αλλά με μια τρυφερή ευθύτητα. Τα παιδιά είναι μέλλοντες ενήλικες και θα πω αυτή τη στιγμή το βαρύγδουπο, ότι είναι χρέος (και) της Τέχνης -ή έστω της Ψυχαγωγίας- να τα μυεί με υγιή τρόπο στους κώδικές της, ώστε τα παιδιά από νωρίς να αρχίσουν να αποκτούν εφόδια και να αναπτύσσουν τις προσλαμβάνουσες τους για τον κόσμο που τα περιμένει μεγαλώνοντας. Φέτος, έχω την τύχη και στην παιδική παράσταση όπου συμμετέχω, το «Ολόγυρα Ολότελα Ολόιδιοι», το κείμενο του Θοδωρή Κανδηλιώτη και της Κατερίνας Τσατσαράγκου να είναι ιδιαιτέρως αξιόλογο και να τολμάει να θίξει πράγματα που «δαγκώνουν», όπως είναι το θέμα του bullying και μάλιστα με τρόπο που να γίνεται αντιληπτός και από παιδιά προσχολικής ηλικίας. Προσωπικά θεωρώ, πως έχουμε τεράστια επιτακτική ανάγκη από καινούρια κείμενα. Χωρίς καινούρια κείμενα όσο καλά και αν ανεβαίνουν τα κλασικά και καθιερωμένα αριστουργήματα, χωρίς την πνοή, την ανησυχία, τον παλμό και -γιατί όχι- την αδεξιότητα του καινούριου που παλεύει να αντιληφθεί τον εαυτό του και το περιβάλλον του, το Θέατρο πεθαίνει.

 

Ο χώρος της τηλεόρασης σας ενδιαφέρει;

Η τηλεόραση βεβαίως και με ενδιαφέρει. Η πικρή αλήθεια είναι ότι από το θέατρο και μόνο, ειδικά αυτή την περίοδο, είναι αδύνατο να επιβιώσεις. Η τηλεόραση παραμένει ακόμα σαφώς καλύτερα αμειβόμενη, αλλά υπάρχουν δυο μεγάλα μειονεκτήματα: Οι δουλειές μετριούνται πια στα δάχτυλα του ενός χεριού και από αυτές τις λίγες, τίποτα δε δείχνει να αγγίζει τις ανησυχίες της σύγχρονης κοινωνίας. Φυσικά και δεν το παίζω ήρωας, αν ερχόταν μια πρόταση αυτή τη στιγμή ακόμα και από κάτι που θεματολογικά δε θα με τρέλαινε, μάλλον θα την αποδεχόμουνα, το ζητούμενο όμως είναι αυτά που κάνεις, ακόμα κι αν εμπίπτουν στο πλαίσιο της εύπεπτης και επιφανειακής για πολλούς τηλεοπτικής διασκέδασης, να σε εκφράζουν και να ανταποκρίνονται στα κριτήριά σου για καλή δραματουργία. Με λίγα λόγια, ο ρόλος έχει σημασία. Από όπου κι αν προέρχεται. Όλα τα άλλα είναι λεζάντες.

Όταν έχετε κάποιο πρόβλημα ή μια στεναχώρια, ποιος είναι ο πρώτος άνθρωπος που σκέφτεστε να μιλήσετε;

Όταν έχω ένα πρόβλημα ή μια στεναχώρια ο πρώτος άνθρωπος που θα πάω να μιλήσω... είναι το Instagram. Όχι, εντάξει, πλάκα κάνω, ακόμα δε φτάσαμε  σε αυτό το σημείο. Ευτυχώς υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που μπορώ να στραφώ, όταν κάτι με απασχολεί, αν και σπάνια ζητάω όπως και δίνω συμβουλές. Το να λες όμως σε κάποιον άλλον αυτό που σε παιδεύει, από μόνο του σαν διαδικασία σου ξεκαθαρίζει τη σκέψη και πολλές φορές φωτίζει ακόμα και τα λάθη της δικής σου στάσης στο ζήτημα.

 

Τι σας δίνει αισιοδοξία και δύναμη στην καθημερινότητά σας;

Δεδομένων των συνθηκών θα έλεγα ότι μάλλον κανένας δεν περνάει αυτό τον καιρό την πιο αισιόδοξη φάση στη ζωή του. Αρκετές φορές τελευταία έχω πιάσει τον εαυτό μου να προσπαθεί να πιαστεί από κάποια τσιτάτα του τύπου.«Σήμερα είναι μια άλλη μέρα» και τα συναφή, δυστυχώς όμως αποδεικνύεται ότι τελικά οι μέρες δε διαφέρουν και τόσο η μια από την άλλη. Σε αυτό το λιγάκι δυστοπικό παρόν, οι κοντινοί σου άνθρωποι και η ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία αποτελούν ένα ισχυρό αντίδοτο στη μαυρίλα, όπως και η αγάπη για αυτό που κάνεις και η πίστη πως αργά ή γρήγορα οι κόποι σου αναγνωρίζονται. Το χιούμορ επίσης, είναι μια πηγή αισιοδοξίας κόντρα στις τοξικές συνθήκες που μας περιβάλλουν, όπως και η πεποίθηση ότι οι δυσκολίες που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε αφενός μας ατσαλώνουν και αφετέρου είναι περαστικές.

 

Με ποια κριτήρια επιλέγετε μια συνεργασία;

Προσωπικά το πρώτο πράγμα που κοιτάω και με ενδιαφέρει είναι το έργο αυτό καθαυτό. Τί πρεσβεύει το προτεινόμενο κείμενο. Και μετά φυσικά τί πρεσβεύει και αν είναι ενδιαφέρων ο προτεινόμενος ρόλος. Αλλά έτσι κι αλλιώς αυτά τα δύο συνήθως πάνε μαζί. Δύσκολο να σου προτείνουν ενδιαφέρον έργο και να μη βρεις ενδιαφέροντα και το ρόλο. Πάντα ή σχεδόν πάντα στα σημαντικά έργα δεν υπάρχει ρόλος να είναι τυχαίος ή άνευ σημασίας. Ο προσωπικός μου στόχος είναι να κάνω ένα μικρό βήμα τη φορά, να έχω την ευκαιρία να αναμετρηθώ με κάτι που δεν είναι στις άμεσες ευκολίες μου, ώστε έτσι να υπάρχει πάντα ένα πεδίο εξερεύνησης και εξέλιξης. Από εκεί και πέρα μεγάλη σημασία έχει και η ομάδα που πρόκειται να ενταχθείς. Ο σκηνοθέτης και οι συνάδελφοι. Ο καλλιτεχνικός είναι ένας σύνθετος, δύσκολος και εξαιρετικά ιδιόμορφος χώρος. Πιστεύω πως οι συνεργασίες που ανθίζουν είναι τις περισσότερες φορές μεταξύ ανθρώπων που μιλάνε την ίδια –καλλιτεχνική τουλάχιστον- γλώσσα και έχουν κοινούς κώδικες και ανησυχίες. Και παρότι πρακτικά είναι αδύνατον να ταιριάζουν όλοι άψογα με όλους, καλό είναι στο βαθμό που μπορεί ο καθένας να διασφαλίζει τις συνθήκες συνεργασίας, ώστε και παρασκηνιακά να διατηρείται το θετικό κλίμα αλλά και καλλιτεχνικά το αποτέλεσμα να είναι δημιουργικό και όχι αδιάφορο ή συμβιβασμένο.

 

Ποια είναι τα θεατρικά σας όνειρα; Με ποια ονόματα θα θέλατε στο μέλλον να συνεργαστείτε; Ποιους θεωρείτε δασκάλους στο χώρο;

Μελλοντικά με ενδιαφέρει η εξερεύνηση ακόμα περισσότερων νέων «άκαυτων» κειμένων και η σύστασή τους στο κοινό. Από παλαιότερα κινήματα, παρότι είμαι φανατικός υποστηρικτής του ρεαλισμού στη υποκριτική φόρμα, με γοήτευε από τη σχολή και με γοητεύει ακόμα η σκοτεινή αύρα και η άγρια κωμικότητα του Θεάτρου του Παραλόγου. Πιστεύω πως το Παράλογο αν τότε ήταν μπροστά από την εποχή του, τώρα είναι η εποχή του. Ακόμα περισσότερο θα ήθελα να γεννιόταν στις μέρες μας ένα νέο καλλιτεχνικό-θεατρικό κίνημα,το οποίο θα τάραζε τα νερά στη χώρα και στην εποχή μας και οι δικές μας γενιές θα ήταν οι εκφραστές του. Αλλά ξέρω πως κάτι τέτοιο είναι μάλλον απίθανο να το ζήσουμε.

Στην ερώτηση περί μελλοντικών συνεργασιών έχω μια αμηχανία ομολογώ, διότι δεν θα ήθελα μια ενδεχόμενη ονομαστική απάντηση να εκληφθεί ως καλλιτεχνική κολακεία ή ακόμα χειρότερα, ως πλάγια πρόταση.

Δάσκαλοι στο χώρο? Ζώντες? Επίσης μια πολύ δύσκολη ερώτηση στην οποία δεν έχω άμεση και αυθόρμητη απάντηση. Ένας άνθρωπος που θαυμάζω ιδιαίτερα ως καλλιτεχνική πορεία,αλλά και ως στάση ζωής είναι ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος, τον οποίο δεν έχει τύχει να γνωρίσω ποτέ προσωπικά. Επίσης τρέφω μεγάλο θαυμασμό και αγάπη για την σαρωτική λαϊκή κωμικότητα του Σωτήρη Μουστάκα και τη φιγούρα-σύμβολο του «Άγιου» ηθοποιού-φαινόμενο Θανάση Βέγγου.

 

Τα προσεχή σχέδιά σας;

Εδώ και κάποιους μήνες δουλεύουμε με την εκλεκτή θεατρική και κινηματογραφική σκηνοθέτη Μέμη Σπυράτου, μία ανατρεπτική ματιά σε μία από τις πιο «καθώς πρέπει» κωμωδίες του σύγχρονου ρεπερτορίου, στοχεύοντας αν μας επιτρέψουν οι συγκυρίες στο δεύτερο μισό της φετινής σεζόν. Επίσης συζητάμε και για τη συνέχιση του «Περί Όνου Σκιάς» του Φρήντριχ Ντύρενματ, σε σκηνοθεσία Κώστα Καζανά και Σοφίας Παναηλίδου, μιας δουλειάς που ανέβηκε τον περασμένο Απρίλιο-Μάιο μόνο για δώδεκα παραστάσεις στο θέατρο «Faust» και μετά τα πολύ θετικά σχόλια που απέσπασε ελπίζουμε πως και φέτος θα καταφέρουμε να συνεχιστεί.